Την πρόθεσή της να καταθέσει στην Ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων πρόταση νόμου για τροποποίηση του Συντάγματος, σε σχέση με τον διαχωρισμό των εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα, εξήγγειλε σε δηλώσεις της στις 29/01/2024, η Βουλευτής του ΑΚΕΛ, Ειρήνη Χαραλαμπίδου.
Όπως διευκρίνισε η κ. Χαραλαμπίδου, απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων, η πρόταση είναι προσωπική της πρωτοβουλία και καλεί οποιονδήποτε άλλο Βουλευτή, από οποιοδήποτε κόμμα, να την προσυπογράψει.
Την στήριξή της στην πρόταση της κ. Χαραλαμπίδου εξέφρασε ήδη η ανεξάρτητη Βουλευτής, Αλεξάνδρα Ατταλίδου, με δηλώσεις της αμέσως μετά την εξαγγελία της πρωτοβουλίας της πρώτης. Η εισηγήτρια της πρότασης εξήγησε ότι το κοινοβούλιο έχει τη δυνατότητα αλλαγής του Συντάγματος, η οποία όμως απαιτεί ειδική πλειοψηφία.
Όπως εξήγησε η κ. Χαραλαμπίδου, η πρόταση που προτίθεται να καταθέσει την ερχόμενη Πέμπτη, «θέτει το πλαίσιο για τον διαχωρισμό του διπλού ρόλου του Γενικού Εισαγγελέα και ρυθμίζει το ανέλεγκτο». Σημείωσε ότι «η πρόσφατη απόφαση του Εφετείου σε σχέση με το δικαίωμα του Γενικού Εισαγγελέα να διακόπτει ποινική δίωξη για λόγους δημοσίου συμφέροντος χωρίς αιτιολόγηση ήταν λογική, αφού αυτό προβλέπει σήμερα το Σύνταγμα όπως αυτό ερμηνεύτηκε».
«Οι αλλαγές αυτές είναι επιβεβλημένη αναγκαιότητα ,παραδεκτό γεγονός και από τους τρεις υποψηφίους που διεκδίκησαν την Προεδρία, αλλαγές που απαιτούσε η κοινωνία, γι’ αυτό και οι προεκλογικές δεσμεύσεις», συνέχισε η κ. Χαραλαμπίδου.
Πρόσθεσε, δε, ότι «όλοι οι διεθνείς οργανισμοί επισημαίνουν την αναγκαιότητα αυτής της μεταρρύθμισης» και ότι η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Κράτος Δικαίου τον Ιούλιο του 2023, επεσήμανε πως «η απουσία της δυνατότητας ελέγχου των αποφάσεων του Γενικού Εισαγγελέα, σχετικά με τη μη άσκηση δίωξης ή τη διακοπή δίωξης, εγείρει ανησυχίες».
«Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ, η Κύπρος είναι το μοναδικό κράτος μέλος, στο οποίο δεν προβλέπεται καμιάς μορφής έλεγχος των εν λόγω αποφάσεων, δικαστικώς ή ιεραρχικώς. Το Σύνταγμα προβλέπει ότι η εξουσία του Γενικού Εισαγγελέα είναι απόλυτη και δεν υπόκειται σε έλεγχο και οι αποφάσεις του δεν απαιτείται να είναι αιτιολογημένες», συνέχισε.
Η κ. Χαραλαμπίδου υπογράμμισε ότι «αυτό δεν συνάδει με τη διαφάνεια και τη λογοδοσία, απαραίτητες προϋποθέσεις για το Κράτος Δικαίου» και ότι γι’ αυτό «καταγράφεται με επικριτικό τρόπο στην έκθεση της ΕΕ, ενώ αποτέλεσε και αντικείμενο συζητήσεων που είχα με αρμόδιους φορείς της ΕΕ, μέσω της ιδιότητας μου ως Αντιπρόεδρος του ΟΑΣΕ και ειδική αντιπρόσωπος για θέματα πάταξης διαφθοράς κατά τις συναντήσεις που είχα πρόσφατα στις Βρυξέλλες».
Σημείωσε ότι κατέθεσε την πρόταση νιώθοντας «υποχρέωση να είμαστε συνεπείς με όσα διακηρύττουμε», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, και υπογράμμισε ότι «είναι καιρός να ξεκινήσει και εντός κοινοβουλίου η συζήτηση για το θέμα αυτό, για να διαπιστωθούν και οι προθέσεις όλων των πολιτικών δυνάμεων». Εξέφρασε, ακόμα, απογοήτευση από την απάντηση της Υπουργού Δικαιοσύνης τον περασμένο Οκτώβριο, ότι η εξέταση του ζητήματος βρίσκεται ακόμα σε αρχικό, προκαταρτικό στάδιο μελέτης και συζήτησης.
«Προσωπικά, με έχει κουράσει η συνεχής διαπίστωση του προβλήματος και η αναπαραγωγή δηλώσεων χωρίς αντίκρισμα. Εδώ και δυο χρόνια, έχω ξεκινήσει τη μελέτη για το συγκεκριμένο ζήτημα σε συνεργασία με Κύπριους και ξένους νομικούς, λαμβάνοντας υπόψη και νομικές αποφάσεις που καταδεικνύουν ζητήματα ύψιστης σημασίας για διαφάνεια και λογοδοσία. Η κοινωνία έχει δικαίωμα στη διαφάνεια και τη λογοδοσία και αυτά απαιτεί», πρόσθεσε η Βουλευτής.
Εξήγησε ότι εφόσον ψηφιστεί η πρόταση θα ανοίξει τον δρόμο για νομοθετικές αλλαγές, ως προς τον έλεγχο των εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα, καθώς και σε σχέση με το πλαίσιο δράσης του δημόσιου κατήγορου θα ήμουν ασυνεπής με όσα πιστεύω και υπερασπίζομαι. «Η Κυβέρνηση δεν θα έχει πλέον δικαιολογία για τη μη κατάθεση σχετικού νομοσχεδίου αφού αίρεται η αντισυνταγματικότητα», επεσήμανε.
Σε ερώτηση δημοσιογράφου κατά πόσο το ΑΚΕΛ στηρίζει αυτήν την προσπάθεια, η κ. Χαραλαμπίδου απάντησε πως αυτή είναι δική της πρωτοβουλία και έχει την άποψη πως τέτοιες μεγάλες μεταρρυθμίσεις , καθοριστικές για το Κράτος Δικαίου θα πρέπει να τυγχάνουν κοινής και συλλογικής προσπάθειας, να γίνονται διακομματικά,«γι’ αυτό και καλώ όσους συνάδελφους επιθυμούν να συνυπογράψουν την πρόταση νόμου».
Την πρόθεσή της να συνυπογράψει την πρόταση νόμου εξέφρασε η Αλεξάνδρα Ατταλίδου. Υπενθύμισε ότι έχει στείλει επιστολή στον Επίτροπο Δικαιοσύνης της ΕΕ με οχτώ ενδεικτικές υποθέσεις, για τις οποίες η ίδια θεωρεί ότι δεν υπήρχε καμία εξήγηση είτε προς τη Βουλή, είτε προς τους ίδιους τους πολίτες, γιατί ο Γενικός Εισαγγελέας πήρε αυτή την απόφαση».
Πρόσθεσε ότι είχε ετοιμάσει και η ίδια μία συμβιβαστική πρόταση, αλλά ότι θα επιλέξει να προσυπογράψει την πρόταση της κ. Χαραλαμπίδου, την οποία θεωρεί «πολύ πιο ενισχυμένη».
«Η δική μου πρόταση το άφηνε στην ευχέρεια του Γενικού Εισαγγελέα, όποτε θεωρεί ότι υπάρχει σύγκρουση συμφέροντος, να διορίζει άλλο δημόσιο κατήγορο, αλλά επειδή όλους αυτούς τους μήνες καμία κίνηση δεν είδαμε επιτέλους από μέρους της νομικής υπηρεσίας, αλλά και του Προέδρου Χριστοδουλίδη, ο οποίος προεκλογικά όπως και οι άλλοι υποψήφιοι μας υποσχέθηκε ότι ήταν μία από τις μεταρρυθμίσεις που θα έπαιρνε, δηλαδή τον διαχωρισμό του δημόσιου κατήγορου, από τον νομικό σύμβουλο της Κυβέρνησης, με τα χίλια θα προσυγογράψω την πρόταση συναδέλφου», σημείωσε η κ. Ατταλίδου.
«Λογοδοσία και διαφάνεια είναι πυλώνες της δημοκρατίας», είπε, σημειώνοντας ότι «το γεγονός ότι κατέρρευσε το κράτος το ‘63 και πλέον δεν υπάρχουν θεσμικά αντίβαρα στην εξουσία του Γενικού Εισαγγελέα, λειτούργησε θεωρώ κατά και της διαφάνειας και της λογοδοσίας».
Συναφείς παρεμβάσεις στα ΜΕ:
Nomoplatform-ΚΥΠΕ