Επιστολή Ευρωπαικης Κεντρικής Τράπεζας σχετικά με την Πρόταση νόμου περί μεταβιβάσεως και υποθηκεύσεως ακινήτων

Κοινοποίησε αυτό το άρθρο

Ο Υπουργός Οικονομικών κ. Κωνσταντίνος Πετρίδης, στις 7.7.21 απέστειλε επιστολή με την οποία αιτήθηκε τη διατύπωση γνώμης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) σχετικά με σχέδιο νόμου περί μεταβιβάσεως και υποθηκεύσεως ακινήτων. Ακολουθεί αυτούσια η απάντηση που έλαβε εκ μέρους της ΕΚΤ, στις 20.7.21.

 

Αίτημα προς την ΕΚΤ για τη διατύπωση γνώμης σχετικά με σχέδιο νόμου περί μεταβιβάσεως και υποθηκεύσεως ακινήτων

Αγαπητέ κύριε Πετρίδη,

Σας ευχαριστούμε για την από 7ης Ιουλίου 2021 επιστολή σας, με την οποία αιτείστε τη διατύπωση γνώμης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) σχετικά με σχέδιο νόμου περί μεταβιβάσεως και υποθηκεύσεως ακινήτων (στο εξής: σχέδιο νόμου).

Κατόπιν ενδελεχούς εξέτασης, η ΕΚΤ αποφάσισε να μην διατυπώσει εν προκειμένω γνώμη, καθώς το σχέδιο νόμου άπτεται μόνον οριακά των τομέων αρμοδιότητάς της βάσει του άρθρου 127 παράγραφος 4 και του άρθρου 282 παράγραφος 5 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδυασμό με το άρθρο 2 παράγραφος 1 έκτη περίπτωση της απόφασης 98/415/ΕΚ του Συμβουλίου1 και το άρθρο 127 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ΕΚΤ αποφάσισε να μην διατυπώσει γνώμη αφού έλαβε ιδιαιτέρως υπόψη το γεγονός ότι σκοπός των τροποποιήσεων που εισάγονται με το σχέδιο νόμου είναι μόνον η παράταση της αναστολής των διαδικασιών εκποίησης ενυπόθηκων ακινήτων έως την 31η Οκτωβρίου 2021. Η ΕΚΤ αντιλαμβάνεται ότι, τον Δεκέμβριο του 2020, προκειμένου να μετριαστούν οι συνέπειες της πανδημίας της νόσου COVID-19, εγκρίθηκε νόμος με τον οποίο οι διαδικασίες εκποίησης ενυπόθηκων ακινήτων ανεστάλησαν έως τον Μάρτιο του 2021, ο οποίος τροποποιήθηκε μεταγενέστερα με σκοπό την παράταση της περιόδου αναστολής έως την 31η Ιουλίου 2021. Σημειώνεται επίσης ότι το πεδίο εφαρμογής του σχεδίου νόμου θα περιορίζεται σε πρώτες κατοικίες εκτιμώμενης αξίας έως 350 000 ευρώ (μείωση σε σχέση με το ποσό των 500 000 ευρώ βάσει του ισχύοντος νόμου), μικρές επαγγελματικές στέγες επιχειρήσεων με ετήσιο κύκλο εργασιών έως 750 000 ευρώ (μείωση σε σχέση με το ποσό των 2 000 000 ευρώ βάσει του ισχύοντος νόμου) και αγροτεμάχια εκτιμώμενης αξίας έως 100 000 ευρώ (μείωση σε σχέση με το ποσό των 250 000 ευρώ βάσει του ισχύοντος νόμου).

Ενημερωτικά, η ΕΚΤ παραπέμπει στην Επισκόπηση Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας του Νοεμβρίου του 2020 και του Μαΐου του 20212, στις οποίες επισημαίνεται ότι η σημασία των μέτρων πολιτικής για τον περιορισμό του αντικτύπου της πανδημίας στην οικονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα καθιστά εξίσου σημαντική τη διαχείριση της εξόδου από τη στήριξη αυτή. Τα μέτρα πολιτικής στον οικονομικό και τον χρηματοπιστωτικό τομέα περιόρισαν έως τώρα την υλοποίηση πιστωτικού κινδύνου και τη μετάδοση των δυσμενών συνεπειών μεταξύ πραγματικής οικονομίας και χρηματοπιστωτικού συστήματος. Για όσο διάστημα παραμένουν σε ισχύ σημαντικοί περιορισμοί της κυκλοφορίας με σκοπό τον έλεγχο της πανδημίας σε χώρες της ευρωζώνης, η στήριξη της οικονομικής πολιτικής, για την αποφυγή της πτώχευσης δυσμενώς επηρεαζόμενων αλλά βιώσιμων εταιρειών και της σημαντικής αύξησης της ανεργίας, θα προστατεύει τη βραχυπρόθεσμη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Με τη σταδιακή άρση των περιορισμών της κυκλοφορίας και τη βελτίωση της προσαρμογής τμημάτων της οικονομίας στους εν λόγω περιορισμούς, η εκτενής στήριξη πολιτικής, ιδίως προς τις εταιρείες, θα πρέπει να καταργηθεί σταδιακά ώστε να αποφευχθούν απότομες δυσανάλογα σοβαρές συνέπειες. Σε συνδυασμό με τη σταδιακή μετάβαση από ευρείας εφαρμογής σε πιο στοχευμένα μέτρα, η σταδιακή κατάργηση, ανάλογα με την πρόοδο, της στήριξης πολιτικής μπορεί να περιορίσει τα μεσοπρόθεσμα δυσμενή παράπλευρα αποτελέσματα της στήριξης πολιτικής στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Τα εν λόγω δυσμενή αποτελέσματα προκύπτουν από την αύξηση του χρέους κρατών και εταιρειών καθώς και από τη διάθεση πόρων σε δυνητικώς μη βιώσιμες εταιρείες. Τούτο αυξάνει τις αδυναμίες στους ισολογισμούς κρατών, εταιρειών και τραπεζών και ενδέχεται να δημιουργήσει εμπόδια στη μελλοντική οικονομική ανάπτυξη ως αποτέλεσμα ακατάλληλης διάθεσης πόρων στις επηρεαζόμενες οικονομίες. Στο μέλλον, βασική πρόκληση της στήριξης πολιτικής θα είναι η προσαρμογή των κριτηρίων επιλεξιμότητας για την ενίσχυση των μηχανισμών αξιολόγησης της μελλοντικής βιωσιμότητας των δικαιούχων και η προετοιμασία της σταδιακής, ανάλογα με την πρόοδο, κατάργησης της στήριξης πολιτικής.

Η ΕΚΤ εκτιμά το γεγονός ότι υποβάλατε το σχέδιο νόμου προς διαβούλευση και διατηρεί τη βεβαιότητα ότι στο μέλλον το Υπουργείο Οικονομικών θα συνεχίσει να διαβουλεύεται με την ΕΚΤ σχετικά με σχέδια νομοθετικών διατάξεων που εμπίπτουν στους τομείς αρμοδιότητάς της βάσει της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της απόφασης 98/415/ΕΚ του Συμβουλίου.

Με εκτίμηση,

[υπογραφή]

Κοιν.: κο Κωνσταντίνο Ηροδότου, Διοικητή Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου

 

Δείτε Περισσότερα

Άλλες ειδήσεις

Εβδομαδιαίο πρόγραμμα Επιτροπών/Ολομέλειας 11/11/2024 – 15/11/2024

Το εβδομαδιαίο πρόγραμμα των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών και της Ολομέλειας έχει ως εξής:            Δευτέρα 11/11/2024                     Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού, 9:00 π.μ.  Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Ίσων Ευκαιριών μεταξύ Ανδρών και Γυναικών, –  Τρίτη 12/11/2024                                          Επιτροπή Ενέργειας, Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, 9:00 π.μ.   Επιτροπή Προσφύγων-Εγκλωβισμένων-Αγνοουμένων και Παθόντων, 10:00 π.μ.   Επιτροπή για τη Μελέτη του Δημογραφικού Προβλήματος, –

Οικονομικών

Κρατικός Προϋπολογισμός 2025: Παρακολούθηση τιμών καυσίμων με ΑΙ, ενίσχυση ΑΠΕ και επενδύσεις – Υποστελέχωση Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου και έμφαση σε διαχειριστικούς ελέγχους

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού, κατά τη διάρκεια της συνεδρίας στις 08/11/2024, συζήτησε τον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2025:  Ο περί Προϋπολογισμού του 2025 Νόμος του 2024  Η Επιτροπή εξέτασε και συζήτησε το πιο πάνω νομοσχέδιο σκοπός του οποίου είναι ο η συζήτηση του Προϋπολογισμού του Κράτους για το έτος 2025. Πιο συγκεκριμένα η Επιτροπή