Σύσταση Κοινοβουλευτικών Επιτροπών
Η Βουλή είναι το κατεξοχήν νομοθετικό όργανο του κράτους και η νομοθετική της λειτουργία συνίσταται στη θέσπιση, τροποποίηση και ψήφιση σχεδίων νόμου
Για τη μεθοδικότερη διεκπεραίωση του κοινοβουλευτικού έργου, το Σύνταγμα και ο Κανονισμός της Βουλής προβλέπουν τη σύσταση και λειτουργία Επιτροπών, τη σύνθεση των οποίων αποφασίζει η Επιτροπή Επιλογής.
Η Επιτροπή Επιλογής καταρτίζει τις μόνιμες Κοινοβουλευτικές Επιτροπές, που αντιστοιχούν στα συναφή Υπουργεία, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες προσωρινές, συνιστώμενες για ορισμένο σκοπό (ad hoc Επιτροπές) ή ειδικές Κοινοβουλευτικές Επιτροπές. Κάθε Κοινοβουλευτική Επιτροπή βρίσκεται σε απαρτία, αν παρίσταται το ένα δεύτερο τουλάχιστον του αριθμού των μελών της. Οι αποφάσεις των Επιτροπών λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία[1].
Εξέταση σχεδίων νόμου
Τα σχέδια νόμου που κατατίθενται στη Βουλή παραπέμπονται αρχικά για εξέταση και νομοτεχνική επεξεργασία στην αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή. Στην Επιτροπή καλείται ο εισηγητής της προτεινόμενης νομοθεσίας (Βουλευτής/Βουλεύτρια/Υπουργός ή εκπρόσωπός του/της), για να υποστηρίξει και να αναπτύξει τη σχετική πρόταση.
Η Επιτροπή έχει δικαίωμα να καλέσει οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο όργανο, αρχή, οργανισμό, σωματείο, σύνδεσμο προσώπων, συντεχνία, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, για να παράσχει πληροφορίες και στοιχεία ή για να εκφράσει και να αναπτύξει απόψεις σχετικά με το υπό συζήτηση θέμα.
Η Επιτροπή υποβάλλει στη συνέχεια έκθεση στην Ολομέλεια του σώματος με τις παρατηρήσεις και τα πορίσματά της από την εξέταση του θέματος και με τις συστάσεις της για ψήφιση ή για καταψήφιση[2].
Συζήτηση αυτεπάγγελτων θεμάτων
Πέραν της εξέταση σχεδίων νόμου, κάθε Επιτροπή μπορεί αυτεπάγγελτα να συζητήσει στα πλαίσια της άσκησης κοινοβουλευτικού ελέγχου και οποιοδήποτε άλλο θέμα συναφές με τις αρμοδιότητές της. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, η Επιτροπή προσκαλεί άμεσα εμπλεκόμενους φορείς για να λάβει τη δέουσα ανατροφοδότηση και να αποφασίσει για τυχόν πρόσθετες ενέργειες.
Υπηρεσία Κοινοβουλευτικών Επιτροπών
Η Υπηρεσία Κοινοβουλευτικών Επιτροπών αποτελεί την κατεξοχήν αρμόδια υπηρεσία της Βουλής για τη στήριξη του νομοθετικού έργου και του ασκούμενου κοινοβουλευτικού ελέγχου. Κάθε Κοινοβουλευτική Επιτροπή υποστηρίζεται από γραμματεία, στην οποία αποσπώνται ένας ή περισσότεροι γραμματείς οι οποίοι παρακάθονται στις συνεδρίες, ετοιμάζουν σε συνεργασία με τον/την Πρόεδρο και τα μέλη της οικείας Επιτροπής την ημερήσια διάταξη των συνεδριάσεων, τηρούν συνοπτικά πρακτικά των διεξαγόμενων συζητήσεων, εν γένει δε παρέχουν στις Επιτροπές κάθε τεχνοκρατική στήριξη κατά τη λειτουργία τους.
Στο πλαίσιο των καθηκόντων τους, οι γραμματείς μελετούν ειδικότερα και εκ των προτέρων τα εκάστοτε κατατιθέμενα από την εκτελεστική εξουσία νομοσχέδια, προτάσεις νόμου και κανονισμούς και υποβάλλουν στις Επιτροπές τις παρατηρήσεις τους επί πλείστων όσων θεμάτων, προβαίνοντας επίσης στον δέοντα νομοτεχνικό έλεγχο[3]
Συνεδριάσεις της Ολομέλειας
Οι συνεδριάσεις της Ολομέλειας είναι δημόσιες, συγκαλούνται συνήθως κάθε Πέμπτη και τα πρακτικά των συζητήσεων, τα οποία τηρούνται κατά λέξη, δημοσιεύονται. Το σώμα βρίσκεται σε απαρτία, εφόσον παρίσταται το ένα τρίτο τουλάχιστον του συνολικού αριθμού των Βουλευτών/Βουλευτριών.
Η ημερήσια διάταξη της συνεδρίασης της Ολομέλειας περιλαμβάνει τέσσερα κεφάλαια: τη νομοθετική εργασία, την κατάθεση νομοσχεδίων και εγγράφων, τις ερωτήσεις των Βουλευτών/Βουλευτριών προς την κυβέρνηση και τους/τις Υπουργούς και τις σχετικές απαντήσεις και, τέλος, τη συζήτηση των θεμάτων που εγγράφουν τα μέλη του σώματος[4].
Ψήφιση σχεδίων νόμου
Οι νόμοι και οι αποφάσεις της Βουλής των Αντιπροσώπων, ψηφίζονται με απλή πλειοψηφία των παρόντων και ψηφισάντων Βουλευτών/Βουλευτριών, εκτός από την απόφαση για τροποποίηση του Συντάγματος που λαμβάνεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων και την απόφαση για διάλυση της Βουλής που λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία.
Ακόλουθος, οι νόμοι και οι αποφάσεις της Βουλής κοινοποιούνται στον/στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο/η οποίος/οποία, μέσα σε δεκαπέντε μέρες από την κοινοποίησή τους στο Γραφείο του, υποχρεούται να τα εκδώσει με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Μέσα στην προθεσμία αυτή ο/η Πρόεδρος δικαιούται να αναπέμψει τον νόμο ή την απόφαση της Βουλής ή τμήμα τους για επανεξέταση, εκθέτοντας ταυτόχρονα και τους λόγους της αναπομπής. Σ’ αυτή την περίπτωση η Βουλή αποφασίζει για το αναπεμφθέν θέμα μέσα σε δεκαπέντε μέρες ή μέσα σε τριάντα μέρες σε περίπτωση αναπομπής του προϋπολογισμού. Αν η Βουλή εμμείνει στην απόφασή της, ο/η Πρόεδρος εκδίδει τον νόμο ή την απόφαση μέσα στα πλαίσια της καθορισμένης από το Σύνταγμα προθεσμίας[5].
[1] Βουλή των Αντιπροσώπων, «Η οργάνωση και η λειτουργία της Βουλής», δημοσίευση -, ανάκτηση 14/03/2022, http://www.parliament.cy/el/general-information/organization-and-functioning-of-the-house
[2] Βουλή των Αντιπροσώπων, «Ο πολιτικός ρόλος και οι αρμοδιότητες της Βουλής», δημοσίευση -, ανάκτηση 14/03/2022, http://www.parliament.cy/el/general-information/the-political-role-and-the-responsibilities-of-the-house-.
[3] Βουλή των Αντιπροσώπων, «Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας: Οι υπηρεσίες του κοινοβουλίου και η λειτουργία τους», Λευκωσία (Υπηρεσία Ερευνών, Μελετών και Εκδόσεων, 2021), σελ. 11-13
[4] Για ένα παράδειγμα ημερήσιας διάταξη συνεδρίασης Ολομέλειας βλέπε Βουλή των Αντιπροσώπων, «ΙΒ΄ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ – ΣΥΝΟΔΟΣ Α΄, 21η συνεδρίαση», δημοσίευση -, ανάκτηση 14/03/2022, http://www.parliament.cy/images/media/redirectfile/21-10032022%20agenda%20.pdf
[5] Βουλή των Αντιπροσώπων, «Ο πολιτικός ρόλος και οι αρμοδιότητες της Βουλής», δημοσίευση -, ανάκτηση 14/03/2022, http://www.parliament.cy/el/general-information/the-political-role-and-the-responsibilities-of-the-house-.
Nomoplatform